Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Νανά Ησαϊα (1934- 2003), Μορφή

Πηγή:http://www.poiein.gr/archives/237/index.html



Νανά Ησαϊα

ΜΟΡΦΗ
ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ 1981

ΜΟΡΦΗ

Είναι αυστηρά τα σύμβολα απόψε
Αν και από καιρό νεκρά
Ο χαρτοκόπτης
Η κρύπτη
Μια εικόνα κενή,
Όλα είναι ακατάληπτα.
Πέρα απ’ τις σκέψεις.
Ποιες σκέψεις;
Στην θέση μου κάθεται μια λευκή μορφή.
Αντιγράφει τη σκηνή.
Όπως την υποβάλλουν
Τα αντικείμενα λέξεις.

ΕΝΝΟΙΕΣ ΦΩΤΟΣ

Ώρες σαν διάρκειες νεκρές
Στον τεμαχισμένο αυτό χρόνο.
Κάποιοι τόνοι μνήμης.
Πολύτιμοι τόποι λήθης.
Χάνονται για μένα μαζί μου πια.
Από την κρυστάλλινη στάση μου
Οι λάμψεις χάνουν συνέχεια την έννοια του φωτός.
Είναι νεκρός ο καιρός/
Σαν είδωλο συνωμοτώ με τον νεκρό εαυτό μου.

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Δεν πειράζει που καταστράφηκε
Το καλοκαίρι στα χέρια μας.
Σαν μια χαώδης ονειροπόληση φωτός.
Ακρωτηριασμένων σχημάτων.
Αν χάθηκε το μέγεθος των βράχων.
Κι η παραλία έπαψε να είναι η περυσινή.
Εγκαταλείψαμε μαζί αυτό το όνειρο
Γελοιοποιώντας το τέλος των εποχών.
Με τη θεατρική μας αίσθηση των κυμάτων.

ΠΑΡΑΛΟΓΗ ΣΚΕΨΗ

Παράταση ή επανάληψη
Μιας τυφλής πράξης;
Πώς με τον ίδιο τόνο φωνής
Επέμενα στην εκμάθηση
Της λογικής
Με τις ίδιες σαφείς λέξεις;
Δεν έβλεπα την έμμονη σκέψη;
Καθημερινά λόγια την έκρυβαν
Και ακόμα την αγνοώ.
Την διαστροφή της αίσθησης.
Παραίσθηση;
Παράλογη σκέψη;


ΑΓΝΩΣΤΗ

Πήρα το μάθημα του αίματος.
Όπως και της λογικής.
Μια παραισθητική μορφή
Καλύπτω την έκφρασή μου.
Πότε στέκομαι στην πόρτα.
Στην θέα του απογεύματος.
Πότε περνώ από τις καθημερινές ώρες.
Ήσυχη τακτοποιώ.
Ποτέ δεν αναγνωρίζομαι.
Ποια λύση θα με παρουσίαζε στο φώς;
Άγνωστη σαν σκιά
Διαρκώς καλύπτω
Την ίδια απόσταση
Από την ζωή μου.

ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ

Φόβος;
Σύλληψη χρώματος στη βροχή
Σαν μέρος ενός ουράνιου τόξου;
Πέφτει η ζωή
Από διαίσθηση τέχνης
Σε ασύλληπτη βροχή
Αίσθηση αστραπής
Πριν από κάποιο έτοιμο θνητό χρόνο.

ΚΟΥΡΟΣ

Στην Ελένη Λαδιά
Το σώμα σου σταθερό στο φως
Κι εγώ θύμα της φοράς των κυμάτων
Ήταν ένας καιρός αποχρώσεων
Αρχαϊκός σαν κούρος
Έστεκες στο βάθος των αναπολήσεων
Ή των αλλεπάλληλων απομακρυσμένων επιφανειών.
Ήσουν ακέραιος στη χαμένη μου παράδοση
Πολλών αιώνων νεκρών.
Ενώ εγώ τεμαχισμένη
Είχα πέσει στην άκρη
Εκείνης της θεόρατης σιωπής
Που συχνά επανέρχεται
Με τη μορφή της βοής των κυμάτων.

ΓΚΡΙΖΟ

Ήμουν στο φως.
Με τα χρυσά γυαλιά στον ήλιο.
Το χαμόγελο μου στην αίσθηση του φωτός
Όταν είδα το γκρίζο πρόσωπο του μίσους.
Ήταν το πιο ακαθόριστο σημείο στο χώρο.
Σε ποιο δρόμο;
Δραπέτις ενός γκρίζου ονείρου κι εγώ
Επέστρεφα αργά
Στο δικό μου αναλοίωτο χρόνο.
Δεν έχει αντιθέσεις εδώ.
Διαθέσεις φωτός.
Και κόσμο.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Μα ας επιστρέψουμε
Στον τόπο του ονείρου λοιπόν.
Στην λήψη του προσώπου μας στον ήλιο.
Το κενό ήταν οικείο στο φως.
Τα φυτά ήταν διάχυτα.
Τα μαλλιά μας ανέπνεαν σε κάποιον ελάχιστο κυματισμό.
Η λύπη μας είχε μετασχηματιστεί
Με τη συμμετοχή του φωτός
Σ’ένα αδιάφορο τρόπο.
Ήταν χαμένα τα μάτια μας
Απέρρεαν από κάποια πολύ παλιά θύμηση.
Ενός άλλου κόσμου.

ΕΜΕΙΣ
Ο κόσμος κρύσταλλο
Μαύρα σημεία εμείς ζωής στη λεωφόρο
Αν κάτι υπάρχει αυτό είναι το φως
Ο έτοιμος χρόνος με την ταχύτητα του φωτός
Όμως εμείς.
Σημεία ζωής.
Αγνοούμε ότι φεύγει.
Αν και φεύγουμε κι εμείς.
Καθώς άκαμπτη πέφτει η βροχή.
Ο δρόμος καθρέφτης σημείων.
Ίσως και εννοιών.
Κι όπως οι δυο όψεις των λέξεων δυσαναλογούν
Ήμαστε ΕΜΕΙΣ κι εμείς.
Στους αντικατοπρισμούς μας.

ΣΗΜΕΙΟΛΟΓΙΑ

Χαμένη η μνήμη της ζωής
Σαν αφήγηση κινήσεων προς τα σημεία
Ενός σχεδίου αφηρημένων εννοιών.
Κάποιο σημείο θα είναι λάθος.
Ή το σημείο των επιθυμιών.
Ένα φύλλο επίσης σημειώνει τον ουρανό.
Ένα άλλο το άστρο.
Αν και δεν βλέπω τον ωκεανό.
Με το υγρό πρόσωπο.
Το βάρος των μαλλιών.
Στα αιχμηρά σημεία των βράχων
- απόκρημνη-
όταν περίμενα στο δικό σου ειρμό
τον τελευταίο σπασμό των κυμάτων.

ΙΔΑΝΙΚΟ ΔΩΜΑΤΙΟ

Κι αν κοιμηθώ;
Στο ιδανικό αυτό δωμάτιο της λήθης;
Με το άγαλμα του σώματός σου στο κέντρο;
Τα αντικείμενα ακαθόριστα
Κι ένα θραύσμα μόνο της μνήμης;
Ακρωτηριασμένο το φως.
Χωρίς καιρό.
Στην εποχή μιας σελήνης
Υποθετικής.
Σε διάσταση με τον ήλιο.
Κι αν κοιμηθώ;
Κενή κι εγώ
Από την υπόστασή μου;
Ποιος θα υπολογίσει τότε τον ύπνο.
Των πραγμάτων.
Των εμπειριών.
Όλων των απουσιών μου στο τέλος;

ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ ΟΝΕΙΡΟ

Έχω μεταχειριστεί το όνειρο
Αυτού του δωματίου πολλές φορές.
Πότε στις σκιές
Υπολογίζοντας
Ιδέες χρωμάτων
Άλλων ιδεών.
Πότε στις γωνίες
Τις υποψίες μου
Ότι κι εσύ έχεις υπάρξει εδώ.
Στο κρύσταλλο των παράθυρων
Ραγίζοντας κάθε καθαρότητα.
Χωρίς την καθημερινότητά μου.
Έχεις κι εσύ μεταχειριστεί αυτό το όνειρο;
Είναι απόρρητος ο δικός σου καιρός.
Σαν κάποιο περιεχόμενο απόγευμα
Στο τελευταίο απόγευμα του κόσμου.

ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ

Τόση σαφήνεια από σκοτάδι και φως
Στο πρόσωπό σου αντικατοπτρίζεται αυτής της ημέρας η νύχτα
Τα σκαιά από κρύσταλλο μάτια σου
Δεν αποκρυποτγραφούν την αλήθεια.
Ειλικρινά δεν μου αρέσει ο τρόπος που βλέπεις την ζωή
Εγώ είμαι απλή.
Δεν έχω καμιά σχέση με τη διπλή ζωή σου.
Για μένα η νύχτα δεν είναι μέρα ποτέ
Ούτε η μέρα νύχτα.
Στην ζωή επιστρέφω φως.
Για το θάνατο υπάρχω μόνο τη νύχτα.

ΚΛΑΙΓΟΝΤΑΣ

Γιατί κλαιω;
Ένας απλός στίχος.
Νύχτα 15 Δεκεμβρίου 1979.
Από το πεδίο της όρασής μου
Περνάει ο καιρός.
Από τη σελήνη ο ουρανός
Από τη λεωφόρο
Περνούν τα αυτοκίνητα
Ρευστά φώτα
Πραγματικά κλαιω;
Το πεδίο της διαίσθησής μου είναι νεκρό.
Δεν με διεκδικεί ούτε το πρόσωπό μου
Κι ακόμα λιγότερο εσύ προσωπείο
Κάθε μου εραστή
Απέκτησα το ίδιο κενό
Πίσω από τον εαυτό μου.

ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ

Ζω σ΄ ένα κρυστάλλινο ίλιγγο.
Νεκρό είναι το τρένο.
Ενώ φεύγει ο σταθμός.
Ο χρόνος είναι στατικός.
Κι ενώ κι εγώ φεύγω και εγώ.
Προς την απομάκρυνση.
Στο φως ενός πολύεδρου ήλιου.
Όπως σε όλες τις όψεις του αλλάζουν όλες οι λάμψεις.
Στην άπειρα αυτή αποσιωπητική στιγμή.
Μιας ιστορίας κρυστάλλινης.
Μιας οριστικής υποτέλειας.

ΘΡΑΥΣΜΑ

Το δώρο μου θα είναι ένα θραύσμα.
Ήταν από κρύσταλλο ο δικός μας καιρός.
Κι εγώ μέσα του κι εσύ νεκροί.
Κάνεις άλλος στο διάχυτο εσωτερικό της μνήμης
Μόνο φως.
Η ύλη σαν αόρατη αφή.
Όπως ήμαστε ασύλληπτοι γι’ αυτή τη γή.
Εμείς οι δύο
Ίδιοι φωτεινοί ίσκιοι.

ΑΦΗΓΗΣΗ ΙΔΕΩΝ

Πρόκειται για εικόνες εννοιών.
Στις θέσεις όπου επενέβαινε
Το ιδεατό σου πρόσωπο
Ο καιρός σχεδίαζε τον καιρό.
Με πάντα τα ίδια σύννεφα στις ίδιες εποχές.
Τα κύματα παραλλαγές
Ενός κενού ωκεανού
Κι εμένα να στέκομαι
Αναμένοντας ένα δάκρυ
Ένα νεύμα.
Ή ένα άνεμο.
Σε κάποιαν απ’ όλες τις παραλίες.
Δεν ήξερα ότι ανήκα σ’ έναν κόσμο ιδεών.
Η ίδια απόλυτη.
Πέρα από το πεδίο των αισθήσεών μου.
Ούτε ότι και το δικό σου πρόσωπο
Ήταν αυτό καθεαυτό
Όπως δεν ήταν.
Δεν υπήρξαμε ποτέ λοιπόν;
Εκτός μόνο στο παρελθόν
Κάποιον ιδανικών ίσκιων;

ΕΡΑΣΤΕΣ

Στο Νίκο Καρούζο
Ας βγούμε έξω λοιπόν.
Δεν έχομε χρήματα.
Έχομε όμως τον εαυτό μας.
Ίσως ακόμα να βρούμε
Και μια αγάπη
Στο σημείο ανάμεσά μας
Που εκκρεμεί κάποιο κενό.
Το είδος της αγάπης
Που υποπτεύομαι ότι δεν υπάρχει.
Υπέροχα μαζί
Αν και ο καθένας μας
Κάποιος άλλος.
Ποιος;
Θα το δούμε αυτό.
Πριν απ’ όλα πρέπει
Να υπερνικήσομε μια ολόκληρη πόλη.
Όχι ακριβώς προορισμένη για μας.
Αλλά για τους εραστές
Ενός υπαρκτού κόσμου.

ΟΜΙΛΙΕΣ

Και για ποιο θέμα θέλεις να μιλήσομε απόψε;
Δες τα αφηρημένα σύννεφα.
Όπως διαφέυγουν
Από τις ημιτελείς σκέψεις της σελήνης.
Είναι αμίλητη απόψε.
Ας μην πούμε τίποτα κι εμείς.
Ή αν θα μιλήσουμε
Ας μιλήσομε για σιωπή
Προτιμώ να σε κυττώ αμείλικτη.
Μια νεκρή μορφή.
Δες πως με αποφεύγουν οι λέξεις.
Και το δικό μου πρόσωπο είναι το ημικύκλιο.
Το μισό είναι άυλο
Το άλλο σιωπηλό.
Ποιο ανήκει στο φως;
Και ποιο στο κενό ουρανό;
Ότι κι αν σου πω θα είναι ψέμα.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ

Πιστή στο τόπο.
Στο χρόνο.
Επιστρέφω σε ο, τι είχαμε
Υποσχεθεί πως θα υπάρξει.
Νεκρή η νύχτα.
Σελήνη ρευστή.
Αόρατα άστρα.
Ενώ ο ρόλος των παράθυρων είναι ακαθόριστος.
Εσωτερικός ο μονόλογος
Του δωματίου που θα είχαμε επισκεφθεί.
Αν ποτέ θα είχαμε έρθει ως εδώ.
Στην περιοχή του χαμένου ακριβώς.
Τι είχαμε πει ότι θα είναι η ζωή;
Ίσως φράσεις μόνο με διορθώσεις του απείρου.
Όπως γράφω και αναζητώ.
Το χρόνο.
Το τόπο.
Την ύπαρξη του ονείρου.

ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ

Μια φωνή: ΤΑΞΙ.
Μετά φρένα.
Μετά φώτα..
Όρθια στην πόρτα
Θαυμάζω την αμεσότητα
Της αναχώρησής σου.
Αυτή η πόλη είναι μια τέλεια μηχανή
Φυγής
Αυτοκινήτων
Και νύχτας.

ΝΥΧΤΑ

Αυτή είναι μια νύχτα για να περπατήσει κανείς.
Δεν θα κάνω όμως το λάθος να πω τι βλέπω
Όπως περπατώ.
Φτάνουν πια οι μυστικοί δρόμοι.
Τα σκοτεινά στενά.
Δεν είμαι καν σε μια μαύρη πόλη.
Ή στον εφιάλτη ενός χρόνου νυχτερινού.
Φτάνουν πια τα άστρα.
Τα αδιόρατα δάκρυα
Οι σκέψεις του αύριο.
Περπατώ μόνο.
Πέρα από τους πόλους σκοτάδι και φως
Πέρα από τον κόσμο.

ΔΙΑΤΥΠΩΜΕΝΟ ΑΙΜΑ

Κατέστρεψα κάθε μία
Από τις ακραίες μου πράξεις.
Όταν έσπασα το κρυστάλλινο γέλιο μου
Κάνεις δεν είδε τα γυαλιά.
Στην ερωτική μας κρύπτη ήμουν απούσα.
Τα λουλούδια που κόβω δεν σημαίνουν τα χέρια μου.
Ούτε τα καθολικά χάδια μας την ερωτική πράξη.
Φυσικά τίποτα δεν σημαίνει τίποτα πια.
Χαίρομαι γι’ αυτό.
Δραπέτευσα ακόμα κι από την ώρα.
Του θανάτου μας.
Όταν έκοψα τις φλέβες μου
Ούτε το έτοιμο να διατυπωθεί
Σ’ αυτό το ποίημα αίμα μου
Δεν ήταν το θέμα μας.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ

Στο πλασματικό αυτό δωμάτιο
Το μόνο πραγματικό αντικείμενο είμαι εγώ.
Τα υπόλοιπα ακροβατούν
Ανάμεσα στις θέσεις
Και τις απουσίες τους
Από τον κόσμο των εννοιών.
Ορισμένα πέφτουν από την τοποθέτησή τους.
Εγώ όμως.
Υπερπραγματική.
Προσβάλλω τον χώρο.
Με την καθημερινότητά μου.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί
Αυτό το λευκό κεφάλι με τα μαύρα μαλλιά.
Το στόμα μπορεί να ανοίξει ή να κλείσει
Αν και το σώμα θα έπρεπε ν’ αγνοηθεί
Αφού εξετέλεσε τον προορισμό του.

ΛΕΥΚΟΣ ΚΗΠΟΣ

Ήταν ένας κήπος;
Λευκά φυτά έχω στο νου μου.
Τυφλές λάμψεις.
Το βαθμιαίο συναίσθημα
Ότι κάποιος έχει χαθεί
Στο λαβύρινθο μιας ασύλληπτης σκέψης.
Κάποτε ήμουν εκεί.
Στο όνειρο όλων όσων δεν έχουν ποτέ λεχθεί.
Δεν ήθελα να συλλάβω τον ήλιο.
Όλα τα σχήματα ήταν σαν να είχαν εκτεθεί.
Σε πρόωρη ζωή.
Η μέρα ήταν υποθετική.
Όπως και η νύχτα.

ΠΥΡΓΟΣ

Αυτή είναι η ώρα για την ποίηση
Αργά την νύχτα
Όταν μεταβάλλομαι στον ηθοποιό
Ενός έργου που δεν έχει ακριβώς τίτλο
Και ούτε έστω μια σκηνή.
Η τελευταία παίχτηκε πριν από ένα χρόνο.
Μαύρο αίμα έτρεχε από την πληγή μου.
Ήμουν ίσως μια νυχτερίδα
Ή σχεδόν η ηρωίδα
Ενός έρημου πύργου
Για πάντα πέφτοντας
Όπως τα σκαλοπάτια κατέβαιναν στον κήπο
Στην ίδια πάντα εποχή
Ενός ονείρου και φόβου.

ΕΓΩ

Ήταν ένα δωμάτιο/
Ήταν ένα παράθυρο
Η πράσινη μέθη των δέντρων
Στη θέα της πιο σκοτεινής στιγμής
Ήταν τότε που έφυγες.
Εσύ αγαπημένο μου εγώ.
Το φωτεινό σου φόρεμα μόλις περνούσε πλάι
Από τον πράσινο κυματισμό του ανέμου
Και τώρα συνέχεια χάνεσαι από τη μνήμη.
Ποιος θα σε σταματήσει ποτέ;
Ή θα σου μιλήσει;
Σ’ εσένα το μεταμφιεσμένο ίσκιο
Ενός για πάντα χαμένου εγώ
Στο σκοτεινό λάθος
Ενός δάσους.

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Σαν φράσεις πορφυρές
Λάμψεις που δεν σκοπεύουν να μεταδοθούν/
Ορισμένων αιματηρών πληροφοριών ίσως.
Στη μέση μιας αγρίας συρροής ιστοριών
Στην πρώιμη άνοιξη.
Ενδεδειγμένη νεκρή.
Κρατώ μια ανώνυμη ανεμώνα
Η επανάσταση απέτυχε.
Στη δύση της εποπτεύω
Την τελευταία ιδέα φωτός
Στον κόσμο.

ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΟΥ

Ώστε έτσι νομίζεις λοιπόν;
Τα λόγια μου μπορεί να παίζουν με το φως.
Με την σαφή μορφή ενός ποιήματος
Να σημαίνουν ένα χαμόγελο.
Μια αστραπή από σκέψεις.
Μπορεί να σημαίνουν διαθέσεις.
Διαισθήσεις.
Προοπτικές.
Όπως σ’ ένα κρυστάλλινο τοπίο.
Τα λόγια μου Δε σημαίνουν υπεκφυγές.
Αλλά έναν ολόκληρο ήλιο.
Όμως πες μου: πιστεύεις ότι εννοούν αυτά που λεω;

ΛΙΓΟ ΠΙΟ ΚΕΙ

Έχω ένα άλλο πρόσωπο
Λίγο πιο κει από
Το πρόσωπό μου.
Δεν είναι πλαστό.
Είναι εγώ.
Όπως θα παρουσιαζόμουνα.
Αν θα υπήρχα.
Σαν στερεότητα της ύλης
Πέρα από κάθε ρευστή στιγμή
Εξουσιαστική μορφή κενών ωρών
Λίγο και τότε πιο κει από τη ζωή μου.

ΛΑΤΡΕΙΣ

Και πρέπει να ήμαστε όλοι λάτρεις;
Τώρα έμαθα να προδίδω κι εγώ.
Με το παιδικό ύφος της αγάπης
Της συνάντησης των φίλων.
Μάντις του προσώπου σου
Εγώ δεν αποκρυπτογραφήθηκα ποτέ.
Θα έπρεπε και εσύ να σκεφτείς κάποτε
Σε πόση απόσταση υπάρχω από το φως.
Γελώντας σου αναπτύσσω τη ζωή.
Σε διπλή νύχτα υποδύομαι τη μορφή μου.

ΑΡΠΑΓΗ

Το ραγισμένο ύφος μου στον καθρέφτη
Χαρακτηρίζει την κρυστάλλινη μορφή.
Αρπαγή του χρόνου.
Στο μέτωπό μου λάμπει
Ο πολύτιμος μύθος του κενού.
Ο αδιόρατος ύλης λίθος.

ΛΗΘΗ

Υπάρχουν άραγε ακόμα προσωπεία εραστών;
Ραγισμένα δάκρυα;
Το μεγάλο παλαιοπωλείο έλαμπε.
Σκοπός θαμπός από τη δική μου
Όψη του κρυστάλλου
Δεν ήταν δυνατόν να δω μέσα.
Στην συσσώρευση των νεκρών ωρών.
Κι ενώ θα ήταν τόσο απλό
Αν θα παρουσίαζα κι εγώ
Για γαλάζια μορφή λήθης.

ΑΜΜΟΣ ΕΡΗΜΟΣ

Σε ποια παραλία υλοποίηση
Μιας βαθύτερης εμμονής στο κύμα;
Άμμος έρημος.
Κι εμείς μαζί
Στο ίδιο σημείο
Του κόσμου.
Ο ίδιος χρόνος επανέρχεται.
Το σώμα άθεο λατεύεται ως το κενό στο φως.
Όπως πέφτει ο ουρανός
Σαν αυτόφωτο μνήμα.

ΥΠΟΘΕΣΗ

Το κάλυμμα μιας υπόθεσης πορφυρής ίσως.
Θα βρω άραγε από κάτω ποτέ τα νεκρά μου πρόσωπα
Ν’ αποκαλύπτουν το γέλιο;
Ακάθεκτο.
Καθώς κυλούσε κάποτε
Το αίμα στην απαγορευμένη Ύδρα
Ανταλλαγή δεδομένου μυστικού.
Μ’ ένα κάστρο κρύσταλλο.
Στη σκαιή άνοιξη των κάκτων.

ΦΥΣΙΚΟΣ ΕΑΥΤΟΣ

Δεν υπήρχε ο φυσικός μας εαυτός.
Μόνον αυτός στον οποίο μας είχες διαστρέψει.
Στο περιβάλλον μας αντηχούσε τεχνητό
Το μαύρο στις άκρες του στόματος γέλιο.
Το διατηρημένο στο διαφανές
Δωμάτιο ύφος μας
Εννοούσε το θάνατο.
Ενώ το άνθος του κόρου
Μεγάλωνε σαν ορχεοειδές
Μερικές περίεργες λεπτομέρειες
Ρευστά βλέμματα περνούσαν
Από τα μάτια μας.
Αστραφτερής φθοράς.
Πήγαινε πια πολύ μακρύα η νύχτα
Καθώς συνέχεια δραπετεύαμε από το φως
Προς το δικό μας αδιαπέραστο καιρό.
Τον όσο το δυνατόν περισσότερο νεκρό εαυτό μας.

ΕΠΙΣΚΕΨΗ

Δεν θέλω να επισκεφθώ
Αυτό το φαινόμενο του θανάτου.
Όν λευκό που δοκιμάστηκε στον ύπνο.
Υπό τα προσωπεία αισθητικών αλλαγών.
Αφαίρεση των εννοιών του χρόνου.
Τώρα που εγώ διανύω τον επικίνδυνο
Εαυτό μου ως το μηδέν
Αν και του είχα υποσχεθεί τον κόσμο.

ΠΕΔΙΟ

Το διάφανο άλογο
Στο διαιρεμένο τραπέζι στα δύο
Σε δύο λειβάδια
Άυλο πράσινο
Κρυστάλλινο αντικείμενο
Και τοπίο.
Όπως εγώ παίρνω μέρος
Τώρα στο όραμα
Και πρόκειται να διαβώ
Αναβάτις στο έρεβος
Από το σκαιό πεδίο
Της όρασής μου.

ΝΕΚΡΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Στο δύσκολο πρέπει να στεκόμαστε είπε ο Ρίλκε
Θα είχα εφεύρει το ΄δύσκολο και αν δεν υπήρχε.
Πάντα επεξεργάζομαι.
Και δημιουργώ.
Στο τέλος ποτέ δεν κατανοώ
Τον απόλυτο εαυτό μου.
Νεκρό το πρόσωπο των λέξεων.
Αν θα ήταν δυνατόν να εκφραστεί πάλι
Θα παρουσίαζε τον εαυτό μου από την αρχή.
Ρευστό κατά την διάρκεια πολλών εποχών.
Πριν παγιωθεί στο ασύλληπτο των αισθήσεων μου.

Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ

Έχω εκατό πρόσωπα και είναι απλό
Δεν έτυχε να τα γνωρίσεις όλα.
Συχνά λέξεις τα υλοποιούν.
Καθώς και χαρτιά.
Μορφές που δεν ανήκουν
Στον καθημερινό καιρό μου.
Έμβρυο ονείρου παρατηρώ
Κάποιο μελλοντικό μου εγώ
Το πρόσωπο διαγράφει λάμψεις
Κατά την περιστροφή του.
Υπάρχει η άλλη όψη του ειδώλου.
Όταν σκοτεινό αποστρέψει τον εαυτό μου.
Πρωταρχικό ρευστό ρέει τότε από τα χέρια μου
Το χάος του κόσμου.
Υπάρχω πριν από το χρόνο.

ΘΑΝΑΤΟΣ ΙΣΩΣ

Ξεχάσαμε την εποχή
Όταν καίριοι γελούσαμε
Και το γέλιο μας έπληττε το κέντρο
Των στοχασμών
Του σώματος ακόμα;
Μια έκρηξη στα χέρια μας
Των κρυστάλλινων εννοιών μας.
Μετά ο κόσμος ακρωτηριασμός.
Ο χρόνος θραύση των ωρών.
Και θάνατος ίσως.

ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ

Δεν θέλω να περάσω πάλι
Από τους ίδιους τραγικούς δρόμους
Ενός περίπατου που διάρκεσε πάρα πολύ
Κι ωστόσο περπατώ στον ίδιο κόσμο
Εδώ συνέβηκε ότι ήταν να συμβεί.
Το τέλος του συναισθήματος
Στο πάρκο με τα υπόλοιπα φύλλα.
Σε εποχές που δεν ήθελαν
Μα διαδεχθούν η μια την άλλη
Αν και επέστρεψαν τη φθορά
Η κυριότερη όρασή μου μαθαίνει τώρα
Την αόρατη έκβαση των νεκρών περιπετειών
Ερευνώ για έστω μια στιγμή πάθους
Και αδυνατώ να κάνω το ίδιο λάθος ακόμα μια φορά/
Έχω δει πριν από τις σκέψεις κάθε μου εραστή.
Πριν από την όποια δική μου μορφή
Υλοποίηση μιας διαστροφής στο βάθος.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ

Με τις ελάχιστες λέξεις
Που έμειναν από κάποιες σκέψεις μου.
Και περισσεύουν;
Ή δεν είναι αρκετές
Κενά ανάμεσά τους.
Συνδέσεις που έγιναν
Η δεν έγιναν ποτέ;
Ερειπωμένες διαθέσεις.
Μ’ αυτές τις ελάχιστες λέξεις υποπτεύομαι
Ότι απαγορεύεται η ζωή.
Σε κάποια ποίηση επιγραφή.
Σχεδόν σβυσμένη.

ΧΡΟΝΟΣ

Ώστε φοράμε κι οι δύο ρολόγια είπα.
Παράξενο ότι ο χρόνος στα χέρια μας
Αγνοεί το χρόνο.
Κάτι δεν γράφεται.
Καμιά στιγμή.
Εραστές της κάθε γραμμής
Του πρόσώπου μας
Σε διάσταση τεράστιας μορφής
Στεκόμαστε σε προσοχή
Ως προς τον εαυτό μας
Τι σημαίνει το εκκρεμές θέμα διαφοράς.
Ανάμεσα σε δύο αδιόρατες υποθέσεις;
Τίποτα το απλό για μας
Εκτός μόνο αν θα βλέπαμε
Ότι είναι ιδιαίτερα αργά;
Στα δύο ρολόγια μας την ώρα;
Κενά μας ειδοποιούν
Δεν υπάρχει ο χρόνος.

Από τη συλλογή Μορφή, Μικρή Εγνατία, 1980
Επιμέλεια-επιλογή Νίκος Λέκκας

" ΜΑΣ ΠΡΟΣΠΕΡΝΑ" ΑΡΙΣΤΕΑ ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ



Εις εαυτόν

Το αίσθημα προπάντων
υψηλό
Δεν λέω, πέρασαν στιγμές
που ευθύς σας χλόμιασαν
Αρίστη
Άφησε η χλομάδα σας
κενό στην πρώτη θέση
Το τρένο όμως κι αν πέρασε
και πάλι θα περάσει
Όχι, δεν έρχεται για σας
απλώς το συνηθίζει

Όποιος σταθεί στο στέγαστρο
ίσως
μες στην ζωή του κλειδωθεί
— λίγων δεκάδων χιλιομέτρων
ασφυξία —
Έως εκεί
των βιωμένων σας στιγμών
η απεραντοσύνη

Όλα της γης τα πλάσματα
τόσο εν δυνάμει ελεύθερα
Ελεύθερη κι εσείς
και δεν επείγεσθε διά της γραφής
να διαιτάσθε
Απ’ τα άγραφα στιχάκια σας
ούτε η ζωή σας σώζεται
ούτε ο θάνατός σας.


Το αίσθημα προπάντων
υψηλό
κι αυτό το ποίημα ατέλειωτο
κι αυτό δικό σας.



Η Αριστέα Παπαλεξάνδρου δημοσίευσε για πρώτη φορά ποιήματά της το 1997 στο περιοδικό Γράμματα και Τέχνες. Το Μας προσπερνά είναι το πέμπτο ποιητικό της βιβλίο.

Κώστας Καρυωτάκης "Κάθαρσις"

Ο ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ έγραψε πολύ λίγα πεζά· ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση. Τα περισσότερα από τα πεζά του, που πιθανώς γράφτηκαν τους τελευταίους έξι μήνες της ζωής του, δημοσιεύτηκαν ύστερα από το θάνατό του. Το Κάθαρσι, αν με τη φράση «Το ψωμί της εξορίας με τρέφει» εννοεί τη ζωή του στην επαρχία, προφανώς αναφέρεται στην Πρέβεζα. Για να το κατανοήσουμε καλύτερα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τα εξής: α) Κατά το 1927-28 είχε αναπτύξει συνδικαλιστική δράση (ήταν γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών), που δείχνει κάποια ευρύτερα ενδιαφέροντα κι αποκαλύπτει μια άλλη πλευρά της ζωής του. β) Στις 14 Φεβρουαρίου 1928 μετατίθεται στην Πάτρα και στις 18 Ιουνίου 1928 στην Πρέβεζα, όπου πολύ σύντομα αυτοκτονεί.

Το πεζό, έστω κι αν δεχτούμε ότι γράφτηκε στην Πρέβεζα, αναφέρεται σε εμπειρία του ποιητή από τη ζωή του στην Αθήνα. Διαρθρώνεται σε δύο βασικά θεματικές ενότητες: 1. Βέβαια... φθάσω. 2. Κανάγιες... η νύχτα... Στην πρώτη ο αφηγητής, με εμφανή την ειρωνική διάθεση, υποκρίνεται τον υποτακτικό των τεσσάρων αντιπροσωπευτικών τύπων, των κυρίων Άλφα, Βήτα, Γάμμα και Δέλτα. Στη δεύτερη, ξεσπάει απότομα με οργή. Τα φαντάσματά του όμως τον κυνηγούν κι εκεί. Το κείμενο διακρίνεται για τον εξομολογητικό του χαρακτήρα και το πάθος, στοιχεία που προσιδιάζουν στην ποίηση.


Δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του ποιητή στα Ευρισκόμενα.

Βέβαια. Έπρεπε να σκύψω μπροστά στον ενα και, χαίδεύοντας ηδονικά το μαύρο σεβιότ - παφ, παφ, παφ, παφ -, «έχετε λίγη σκόνη» να είπω «κύριε Aλφα».

Ύστερα έπρεπε να περιμένω στη γωνιά, κι όταν αντίκριζα την κοιλιά του άλλου, αφού θα 'χα επί τόσα χρόνια παρακολουθήσει τα αισθήματα και το σφυγμό της, να σκύψω άλλη μια φορά και να ψιθυρίσω εμπιστευτικά: «Ωχ, αυτός ο Αλφα, κύριε Βήτα...»
Έπρεπε πίσω από τα γυαλιά του Γάμμα, να καραδοκώ την ιλαρή ματιά του. Αν μου την εχάριζε, να ξεδιπλωσω το καλύτερο χαμόγελό μου και να τη δεχθώ όπως σε μανδύα ιππότου ένα βασιλικό βρέφος. Αν όμως αργούσε, να σκύψω για τρίτη φορά γεμάτος συντριβή και ν' αρθρώσω: «Δούλος σας, κύριε μου».
Αλλα πρώτα πρώτα έπρεπε να μείνω στη σπείρα του Δέλτα. Εκεί η ληστεία γινόταν υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς, μέσα σε πολυτελή γραφεία. Στην αρχή δεν θα υπήρχα. Κρυμμένος πίσω από τον κοντόπαχο τμηματάρχη μου, θα οσφραινόμουν. Θα είχα τρόπους λεπτούς, αέρινους. Θα εμάθαινα τη συνθηματική τους γλώσσα. Η ψαύσις του αριστερού μέρους της χωρίστρας θα εσήμαινε: «πεντακόσιες χιλιάδες». Ένα επίμονο τίναγμα της στάχτης του πούρου θα έλεγε: «σύμφωνος». Θα εκέρδιζα την εμπιστοσύνη όλων. Και, μια μέρα, ακουμπώντας στο κρύσταλλο του τραπεζιού μου, θα έγραφα εγώ την απάντηση: «Ο αυτόνομος οργανισμός μας, κύριε Εισαγγελεύ...»
Έπρεπε να σκύψω, να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Έτσι βολικά κουλουριασμένος, να κυλώ και να φθάσω.
Κανάγιες!
Το ψωμί της εξορίας με τρέφει. Κουρούνες χτυπούν τα τζάμια της κάμαρας μου. Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει.
Σήμερα επήρα τα κλειδιά κι ανέβηκα στο ενετικό φρούριο. Επέρασα τρεις πόρτες, τρια πανύψηλα, κιτρινωπά τείχη, με ριγμένες επάλξεις. Όταν βρέθηκα μέσα στον εσωτερικό, τρίτο κύκλο, έχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας από τις πολεμίστριες, χαμηλά, τη θάλασσα, την πεδιάδα, τα βουνά, ένιωθα τον εαυτό μου ασφαλή. Εμπήκα σ' ερειπωμένους στρατώνες, σε κρύπτες όπου είχαν φυτρώσει συκιές και ροδιές. Εφώναζα στην ερημία. Επερπάτησα ολόκληρες ώρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ήβρε η νύχτα...


σεβιότ: (αγγλ. cheviot) ύφασμα από μαλλί ομώνυμων προβάτων που τρέφονται στα Cheviot Hills, στα σύνορα Αγγλίας και Σκοτίας.
ενετικό φορύριο: το κάστρο της Πρέβεζας

αυτόνομος οργανισμός: ίσως ο Καρυωτάκης υπαινίσσεται τον Αυτόνομο Οργανισμό Αποκαταστάσεως Προσφύγων, που μετονομάστηκε σε Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων 

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ "ΤΟ ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ"

Ι

Ἡ θάλασσα εἶναι ἡ μόνη μου ἀγάπη. Γιατί ἔχει τὴν ὄψη τοῦ ἰδανικοῦ. Καὶ τ᾿ ὄνομά της εἶναι ἕνα θαυμαστικό.
Δὲ θυμᾶμαι τὸ πρῶτο ἀντίκρισμά της. Χωρὶς ἄλλο θὰ κατέβαινα ἀπὸ μία κορφή, φέρνοντας ἀγκαλιὲς λουλούδια. Παιδὶ ἀκόμα, ἐσκεπτόμουν τὸ ρυθμὸ τοῦ φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στὴν ἀμμουδιά, ἐταξίδευα μὲ τὰ καράβια ποὺ περνοῦσαν. Ἕνας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οἱ αὖρες μοῦ ἄγγιζαν τὰ μαλλιά. Ἄστραφτε ἡ μέρα στὸ πρόσωπό μου καὶ στὰ χαλίκια. Ὅλα μοῦ ἦταν εὐπρόσδεκτα: ὁ ἥλιος, τὰ λευκὰ σύννεφα, ἡ μακρινὴ βοή της.
Ἀλλὰ ἡ θάλασσα ἐπειδὴ ἤξερε, εἶχε ἀρχίσει τὸ τραγούδι της, τὸ τραγούδι της ποὺ δεσμεύει καὶ παρηγορεῖ.
Εἶδα πολλὰ λιμάνια. Στοιβαγμένες πράσινες βάρκες ἐπήγαιναν δῶθε κεῖθε σὰν εὔθυμοι μικροὶ μαθητές. Κουρασμένα πλοῖα, μὲ ὀνόματα περίεργα, ἐξωτικά, ὕψωναν κάθε πρωὶ τὴ σκιά τους. Ἄνθρωποι σκεφτικοί, ὥριμοι ἀπὸ τὴν ἅλμη, ἀνέβαιναν σταθερὰ τὶς ἀπότομες, κρεμαστὲς σκάλες. Ἄγρια περιστέρια ζυγίζονταν στὶς κεραῖες.
Ὕστερα ἐνύχτωσε. Μιὰ κόκκινη γραμμὴ στὸν ὁρίζοντα, μόλις ἔβρισκε ἀπάντηση στὶς ράχες τῶν μεγάλων, ἀργῶν κυμάτων. Ἐσάλευαν σὰν ἀπὸ κάποια μυστική, ἐσωτερικὴ αἰτία, καὶ ἅπλωναν πλησιάζοντας, γιὰ νὰ σπάσουν ἀπαλά, βουβά. Ὅλα τ᾿ ἄλλα -- ὁ οὐρανός, τὰ βουνὰ ἀντίκρυ, τὸ ἀνοιχτὸ πέλαγος -- ἕνα τεράστιο μαῦρο παραπέτασμα.

ΙΙ

Ἔζησε κανεὶς θλιβερὰ πράγματα. (Σπίτια μαῦρα, κλειστά. Ἀναιμικά, ἐξόριστα δέντρα τοῦ δρόμου. Ἡ «μαντάμα» μετράει ἀπογοητευμένη τὶς μάρκες της. Στὴν πλατεία οἱ λοῦστροι, κουρασμένοι νὰ κάθονται, σηκώνονται καὶ παίζουν μεταξύ τους. Ὁ νέος νομάρχης, μὲ μονόκλ, ἐπροσφώνησε τοὺς ὑπαλλήλους. Δίπλα ἐξύπνησαν γιὰ νὰ πάρουν τὸ τρένο. Ποτὰ ἀνδρῶν 10 δρ., ποτὰ γυναικῶν 32,50 δρ.) Στὸν ἄνεμο ἀνοίγει ἕνα παράθυρο, κ᾿ ἔρχεται μπροστά μας. Ὅλα ξεχνιοῦνται. Εἶναι ἐκεῖ, ἄσπιλη, ἀπέραντη, αἰώνια. Μὲ τὸ πλατύ της γέλιο σκεπάζει τὴν ἀσχήμια της. Μὲ τὴ βαθύτητά της μυκτηρίζει. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἐμπόρου πεθαμένη καὶ περπατεῖ. Ἡ ψυχὴ τῆς κοσμικῆς κυρίας φορεῖ τὰ πατίνια της. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου λούζεται στὴν ἁγνότητα τῆς θαλάσσης. Βρίσκει ἡ νοσταλγία μας διέξοδο καὶ ὁ πόνος μας τὴν ἔκφρασή του.


Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

Εκδήλωση αφιερωμένη σε Σαίξπηρ και Θερβάντες από την Εταιρεία Συγγραφέων

Στο πλαίσιο των εορτασμών για τον Μήνα Βιβλίου, η Εταιρεία Συγγραφέων διοργανώνει μια εκδήλωση αφιερωμένη στους δυο «πατέρες» της παγκόσμιας λογοτεχνίας, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και Μιγκέλ ντε Θερβάντες. Για τον Σαίξπηρ θα μιλήσει ο συγγραφέας και κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος και θα διαβάσουν οι ηθοποιοί Κώστας Καστανάς και Μαρία Σκούντζου. Για τον Θερβάντες θα μιλήσει ο συγγραφέας και μεταφραστής Φίλιππος Δρακονταειδής. Η συγγραφέας και εικαστικός Ηρώ Νικοπούλου θα διαβάσει ιστορίες Μπονζάι από το αφιέρωμα στον Δον Κιχώτη που έγινε από το Ιστολόγιο Πλανόδιον-Ιστορίες Μπονζάϊ, και την Books’ Journal, ενώ θα προβληθεί οπτικό και ακουστικό υλικό. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στις 21 Απριλίου στον Πολυχώρο Arthens.

Η 23η Απριλίου έχει καθιερωθεί διεθνώς από την UNESCO ως Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου. Η Ένωση Ελληνικού Βιβλίου, με τη συνεργασία της Εταιρείας Συγγραφέων και του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ - Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, φιλοδοξεί να καθιερώσει και στην Ελλάδα την 23η Απριλίου ως Ημέρα Βιβλίου. Με κεντρικό μήνυμα «διαβάζω & αλλάζω», ξεκινώντας την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου (2 Απριλίου) και με κορύφωση την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, ο Απρίλιος είναι αφιερωμένος στις εκδηλώσεις για το βιβλίο και την προώθηση της ανάγνωσης, με σκοπό όχι μόνο να δημιουργηθούν νέοι, αλλά και να κινητοποιηθούν οι παλιοί αναγνώστες και όλοι μαζί να οδηγηθούν στα βιβλιοπωλεία και στις βιβλιοθήκες όπου ζει και αναπνέει το βιβλίο.

Εκδήλωση «Σαίξπηρ-Θερβάντες»
Πέμπτη, 21 Απριλίου 2016 στις 20:00
Πολυχώρος Arthens (Αιόλου 77 & Ευριπίδου)

Τηλ.: 210-3609633