" Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδοκίας"
" Το ταξίδι του Σεφέρη έγινε το 1950, την αυγή της εποχής του μαζικού τουρισμού , σε μια περίοδο που ελάχιστοι Έλληνες μπορούσαν να ταξιδέψουν και ίσως ακόμη πιο λίγοι γνώριζαν για τα μνημεία της Καππαδοκίας. Οι Τρεις μέρες όμως δεν είναι ένας προχωρημένος τουριστικός οδηγός, όπως αυτοί που θα γραφτούν μετά την έλευση του Σεφέρη , αλλά ένα οδοιπορικό όπως εκείνα που γράφονταν από τους περιηγητές των προηγούμενων αιώνων. Είναι μια μοναδική περιγραφή του τοπίου και των μονόπετρων εκκλησιών της περιοχής, μια αποτίμηση της μεσοβυζαντινής ζωγραφικής και συνάμα και πολύ περισσότερο είναι ένα δοκίμιο για την ελληνική παράδοση , ένας ύμνος στην παράδοση του δημοτικισμού...
Ο Σεφέρης ήταν ο διαβασμένος ταξιδιώτης , ο σοφός περιηγητής` θυμίζει λίγο τους δυτικοευρωπαίους ευγενείς και λόγιους που περνάνε από τα μέρη της Μικράς Ασίας κάνοντας το μεγάλο γύρο της Ανατολής. Στο δρόμο τους εκείνοι ανακάλυπταν τα σπαράγματα του αρχαίου κόσμου. Εκείνος φαίνεται ότι στα μνημεία της Καππαδοκίας ανακαλύπτει το Βυζάντιο και την τέχνη του ,ή όπως λέει ο ίδιος " τα αφιερώματα στο θεό ενός σβησμένου κόσμου"..."(1)
...Από την πρώτη στιγμή της δημοσίευσης του το ταξιδιωτικό χρονικό του Γιώργου Σεφέρη απέκτησε εμβληματικό χαρακτήρα. Ως κείμενο αναστοχασμού συμπυκνώνει το πνευματικό κλίμα που συνδέθηκε με τον κύκλο των Μerlier και καθόρισε τη φιλοσοφία του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών: η Μικρά Ασία γίνεται μια άσκηση πνευματική , μια πρόκληση ανάκτησης του χαμένου κόσμου μέσα από τη γνώση, την κατανόηση , τη μέθεξη στη γοητεία του. Αυτή η άσκηση δεν εκτρέπεται ποτέ σε αγοραίο συναισθηματισμό, εχθρότητα, ευτελή ρητορεία , αλλά λειτουργεί ως κάθαρση ελέγχοντας τη θλίψη και το συναίσθημα της απώλειας δια της εμμονής στους κανόνες του λόγου και της επιστήμης που υπόσχεται μια πιο ουσιώδη και πνευματική ικανοποιητική ανταπόδοση : την αναπαλλοτρίωτη γνώση των πραγμάτων..."(2)
"...η μοίρα τον οδήγησε κάποτε να περιπλανηθεί στην πολύπαθη γη των πατέρων του (των Ελλήνων) στη μακρινή Καππαδοκία. Από το τριήμερο αυτό ταξίδι μάς άφησε ένα οδοιπορικό , Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδοκίας, βιβλίο εξαντλημένο - που ξανατυπώνεται τώρα - αλλά στην αναδημοσίευσή του στους δυο τόμους των Δοκιμών , ο Σεφέρης κάνει μια μικρή αλλαγή στον τίτλο. Τα λόγια του:"...πρόσθεσα εδώ, στον τίτλο, τη λέξη " πετροκομμένα", ντόπια λέξη που θα ευχόμουν να μη χαθεί".
Μιλάει ο ποιητής... Ο Σεφέρης δεν λησμόνησε ποτέ - στην κυριολεξία σεβάστηκε - το σολωμικό " υποτάξου " στη γλώσσα του λαού . Ο λαός , κλειδοκράτορας της γλώσσας και ποιητής ο ίδιος , είναι και ο παραδοσιακός δάσκαλος όλων των ποιητών . Ο ποιητής Σεφέρης δεν το παράβλεψε αυτό ποτέ στη δουλειά του. Ακολούθησε το " υποτάξου" του Σολωμού και, τελικά, έμαθε πως η τέχνη - κάθε τέχνη ( και η λαϊκή τέχνη των μοναστηριών της Καππαδοκίας) - δεν είναι παρά μια ατελείωτη υποταγή.."(3)
" Μοναδικός οδηγός μου σ΄αυτό το ταξίδι στάθηκε, από κάθε άποψη , το έργο του Guillaume de Jerphanion, de la Compagnie de Jesus: Les Eglises Rupestres de Cappadoce, Παρίσι....και τρία πλούσια λευώματα με φωτογραφίες , σχέδια και χάρτες) Είναι ένα καταπληκτικό μνημείο γνώσης , κριτικής διάνοιας και χριστιανικής πίστης` δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι έσωσε πραγματικά τις εκκλησίες της Καππαδοκίας. Σ΄αυτό ανήκει η κριτική και ιστορική αφετηρία των σκέψεων που διατυπώνω και σ΄αυτό πρέπει να στραφεί κανείς αν θέλει να τις ελέγξει. Το αναφέρω γράφοντας : ο οδηγός μου` ειδικές παραπομπές δεν κάνω` μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις σημειώνω σημειώνω μέσα σε παρένθεση τον αριθμό του παρεκκλησιού που παραπέμπει στο χάρτη του...(4)
"Προς Κόραμα,
Σάββατο , 15 Ιουλίου 1950
Πήραμε το πρωινό μας κάτω από τις λεύκες του χτεσινού καφενέ και ξεκινήσαμε νωρίς το πρωί για τα Κόραμα...
Καθίσαμε μια στιγμή στο πεζούλι...της ταράτσας. Μπροστά μας το τρελό τοπίο απλωνότανε σαν ένας δίσκος με ακατανόητα παιχνίδια. Πέτρες κάθε λογής και κάθε διαμόρφωσης από τα στοιχεία της φύσης ή από τα χέρια των ανθρώπων. Τρύπιες πέτρες , φαγωμένες από τα νερά, λαξεμένες κούφιες από μέσα , με πελεκητά πορτοπαράθυρα. ...Θυμόμουν σπίτια ξεκοιλιασμένα από τη γνώριμη αδιαντροπιά πρόσφατων καταστροφών. Φθορά από τη μοίρα της γης, φθορά από τη μοίρα των ανθρώπων. Τα χειμωνιάτικα νερά γεμίζουν τις ρωγμές των βράχων , παγώνουν, διαστέλλονται και τους σπάζουν. Οι άνθρωποι ξεχύνονται κάποτε κοπάδι σαν την ακρίδα και ξεκληρίζουν τα πάντα. Άκουες πάλι να γυρίζει στο πλευρό σου η ρόδα της ζωής και του θανάτου.
Στην καρδιά του καλοκαιριού , κι ο αγέρας ήταν δροσερός και ζωοδότης...Το φως που δυνάμωνε έδινε στους κώνους και στα βαριά παραπετάσματα των βράχων βαφές αλαφριές γκρίζες, ρόδινες ή χρυσές. Ο ουρανός είχε ένα θαυμάσιο μαβί. Λίγο πιο πέρα , τ΄απομεινάρι ενός μικρού θόλου προστάτευε ακόμη με τρυφερότητα , όπως θα το είχες κάνει με την παλάμη σου, τη ξεβαμμένη στόριση ενός Αϊ - Γιώργη Καβαλάρη . Αραιά , όπου βρισκόταν λίγο χώμα, αυτό το άσπρο χώμα της Καππαδοκίας, αχλαδιές, κολοκυθιές, βερυκοκιές, αμπέλια. Όχι μεγάλη βλάστηση εδώ στα Κόραμα...
Μολαταύτα , το βαθύ κίτρινο από τα βερύκοκα δίνει μιαν αλλιώτικη ζωή στον εντάφιο τούτο τόπο.
Άναψα ένα τσιγάρο και συλλογίστηκα παράξενα:
" Αφού μπορείς ακόμη να φυσήξεις ένα σπίρτο, ο κόσμος όλος είναι δικός σου".
Έπειτα η σκέψη γλίστρησε ανεξέλεγκτα και ψιθύρισε:
Βασίλειος ο Διγενής και θαυμαστός Ακρίτης,
των Καππαδόκων το τερπνόν και πανθαλές τε ρόδον,
ο της ανδρείας στέφανος, η κεφαλή της τόλμης.
....Η τρωγλοδυτική ζωή πρέπει να ήταν ένα πολύ βαθιά ριζωμένο ορμέφυτο σ' αυτά τα μέρη....την τρωγλοδυσία την επέβαλαν οι συνθήκες τούτου του σταυροδρομιού κάθε επιδρομής, κάθε αρπαγής, κάθε επίδρασης. Το βλέπεις καθαρά όταν προσέξεις στα παχιά τοιχώματα τις χοντρές χαραματιές , σε σχήμα Γ, φτιαγμένες για να δέχονται το δοκάρι που ασφάλιζε τις σφαλισμένες τους πόρτες. Ακόμη περισσότερο όταν σου δείξουν τις υπέρογκες μυλόπετρες που κυλούσαν για να κλείσουν τις εισόδους των μοναστηριών. Μεγάλα μοναστήρια..."(5)
" Η Εκκλησιά των Σπαθιών είναι λαξεμένη στο πλευρό της ρεματιάς, λίγο παραπάνω από την κοίτη ενός ξεροπόταμου. Αν γυρίσεις και κοιτάξεις πίσω σου, καθώς μπαίνεις, βλέπεις στην άλλη όχθη, ένα σύμπλεγμα από χαλασμένα λαξέματα που υποβαστάζουν ένα ανάερο τοίχωμα δείχνοντας τις πόρτες και τα παράθυρα του ατζιόρνο. Η αρχιτεκτονική μορφή του " εγγεγραμμένου σταυρού". Νάρθηκας δεν υπάρχει πια. Τέσσερις χοντρές κολόνες , βαριά κεφαλάρια, τετράγωνες ογκώδεις βάσεις: ολόκληρο το σύστημα δίνει το συναίσθημα του βάρους. Η αριστερή κολόνα εμπρός και η δεξιά πίσω λείπουν , οι άκρες των τόξων κρέμονται στον αέρα. Δεν υπάρχει εικονοστάσι. Στην κόγχη του ιερού, βλέπεις το βράχο γυμνό με δυο -τρεις παχιές ουλές πέρα για πέρα, σαν το αποτύπωμα ενός σπαθισμένου μετώπου. Στις τοιχογραφίες πολλά άσπρα ξεφλουδίσματα` τα χρώματα σκούρα` κάμποσα πράσινα και καφετιά: ίσως ο καιρός να τα σκοτείνιασε πολύ. Ολόκληρο το έπος της ζωής του Χριστού ξετυλίγεται γύρω σου σε κύκλους..." (6)
"...To οδοιπορικό εμπεριέχει μια συμβολική χειρονομία, στήνει μια γέφυρα ανάμεσα στους δυο λαούς.
" Δεν αισθάνομαι μίσος. Το πράγμα που κυριαρχεί μέσα μου είναι το αντίθετο του μίσους , μια προσπάθεια να χωρέσει ο νους μου το μηχανισμό της καταστροφής", σημειώνει λίγους μήνες μετά την περιπλάνησή του ο ταξιδιώτης, όταν προσπερνά τα αποκαϊδια της πυρκαγιάς στη Σμύρνη. Φράση άξια να μνημονευτεί - ανήκει σε κάποιον που κατέχει το προνόμιο της δημιουργίας: ο συγγραφέας δεν δουλεύει μόνο με την μνήμη - σαν ασκητής. Διαλέγεται με τον γραπτό πολιτισμό , καταφεύγει στη λογιοσύνη των άλλων, χειρίζεται την ιστορική πληροφορία - με τον δικό του τρόπο, και πάλι . Ως δημιουργός μετουσιώνει την πρώτη ύλη , μεταποιεί το πράγμα: το τραγικό διαδραματίζεται εντός του, αλλά συγχρόνως κείται έξω έξω από αυτόν - έχει μεταγγιστεί στις φλέβες της ποίησής του .
Είναι η ελευθερία του ποιητή.
Στα μέσα του 20ου αι. ο Γιώργος Σεφέρης , ψυχή εκ γενετής ξενιτεμένη, επιστρέφει στον πραγματικό χώρο , προσεγγίζει σωματικά τη γενέτειρα , και γράφει το οδοιπορικό από αυτοψία: εκπατρισμένος αλλά πολίτης του κόσμου"(7)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου