της Πόλυ Χατζημανωλάκη
Εκεί που η καρδιά χτυπάει σαν ξενιτιά: ο αλχημικός χρυσός
της ποίησης της Ολβίας Παπαηλίου (Μόνιμο ύδωρ• ζωντανό νερό (aqua permanens) )
α) Ο πόσιμος χρυσός κατά τον Π. Μπ. Σέλλεϋ
Ο Πέρσυ ΣέλλεΫ έχει γράψει ένα εξαιρετικό δοκίμιο για την υπεράσπιση της ποίησης, στα 1821 ακριβώς. Αυτό τυπώθηκε μετά θάνατον και εκεί προσπαθεί να αποκαταστήσει την ποίηση, να υποστηρίξει το λόγο της ύπαρξής της σε σχέση με άλλες μορφές του λόγου, να υπεραμυνθεί της ποίησης και της ηθικής που δημιουργεί και εγκαθιδρύει στην κοινωνία. Υπάρχουν κάποιες σκέψεις σε εκείνο το δοκίμιο, με τις οποίες συνομιλεί Οδυσσέας Ελύτης κάπου στα Ανοιχτά Χαρτιά, για την εστίαση της ποίησης στην ομορφιά, για τον μετασχηματισμό του κόσμου σε φως και ωραιότητα, για την νίκη επί του θανάτου που επιτελείται με την ποίηση. Σαν να μετατρέπει δηλαδή (η ποίηση) σε πόσιμο χρυσό τα δηλητηριώδη νερά που ρέουν από το θάνατο στη ζωή. Επικαλείται μάλιστα μια μαγική σχεδόν ιδιότητα της ποίησης, την μυστική της αλχημεία. Ως εάν η αλχημεία να είναι μια χάρις, μια δυνατότητα μετασχηματισμού, μια δύναμις που απορρέει από την Θεϊκή φύση, το πνεύμα του αλλού που φυσά στην ποίηση.Ετσι το είχα προσλάβει την πρώτη φορά που το διάβασα, στην ανθολόγηση από τον Ελύτη και ομολογώ είχα από τότε γοητευτεί.
Η ποίηση τέχνη θεϊκή, η ποίηση μαγεία, η ποίηση αιώνια, η ποίηση ενσάρκωση του πνεύματος, η ποίηση αποκάλυψη της βαθύτερης ουσίας του κόσμου.
β) Τα ονόματα των γυναικών στον Αλχημιστή του Εζρα Πάουντ
Ποίηση και αλχημεία, γνωρίζω επίσης να έχουν μνημειωθεί στον Αλχημιστή του Εζρα Πάουντ, ένα ποίημα εμπνευσμένο από την ποιηση του Δάντη και τις παραδόσεις των γυναικών τροβαδούρων της Οξιτανίας όπου ο ποιητής επικαλείται τριάντα τέσσερα ονόματα γυναικών για να συνθέσει το τέλειο, την εξευγενισμένη μορφή της Κυράς των λογισμών του… Συνθέτει ονόματα και ιδιότητες, δοκιμασίες της φύσης και της ποίησης, σπάνιες αντιστοιχίες για να «ηρεμήσει το μέταλλο», να αναδυθεί Εκείνη, ο αλχημικός χρυσός της ποίησης...γ) Αλχημεία, μια άσκηση για την αιωνιότητα
Η Αλχημεία όμως με βαθιές ρίζες στο απόκρυφο, είναι μια παράδοση, αλλά είναι ταυτόχρονα και μια φιλοσοφική και πνευματική άσκηση. Πρέπει να απαλλαγεί κανείς από τον σκεπτικισμό και τη δεισιδαιμονία και να μελετήσει τη σοφία και την εσωτερική νοηματοδότηση των αλχημικών παραδόσεων, όπου μια επίπονη διαδικασία αντιστοιχιών, συμβόλων, επεξεργασιών, οδηγεί στην αρμονική συνύπαρξη του κόσμου του πνεύματος και της ύλης. Επιχειρεί να προκαλέσει μια ταυτόχρονη εξύψωση και των δύο, μια απελευθέρωση, μια αποδέσμευσή τους από τον χρόνο. Η τελειοποίηση των μετάλλων, με τον μετασχηματισμό τους σε ευγενέστερα και εν τέλει σε χρυσό, και ο πνευματικός εξευγενισμός του ανθρώπου, η μακροζωία, η φώτιση, η εξέλιξη, η αυτοπραγμάτωση…
δ) Ψυχολογία και Αλχημεία
Περισσότερο ενδιαφέρον για την εποχή μας έχει η διαπίστωση που έγινε από τον Καρλ Γιουνγκ των αναλογιών ανάμεσα στο συμβολισμό (και τη διαδικασία) της Αλχημείας και την Ψυχοαναλυτική διαδικασία. Μέσα από μια μελέτη ονείρων και συμβόλων που ανακαλούνταν από τους αναλυόμενους ασθενείς του, διέκρινε εκεί παρόμοια και συχνά ταυτόσημα σύμβολα με αυτά της διαδικασίας της Αλχημείας. Με αυτόν τον τρόπο διατύπωσε μια ιδιαίτερα σημαντική ομοιότητα και αναλογία ανάμεσα στο Μεγάλο Έργο των Αλχημιστών και την διαδικασία της ολοκλήρωσης και εξατομίκευσης στην αναλυτική ψυχολογία.
Με τον τρόπο αυτό, τα σύμβολα γίνονται αντικείμενο στοχασμού, οι εσωτερικές ψυχικές καταστάσεις προβάλλονται στο εκτός, νοηματοδοτώντας μια εσωτερική πορεία εξέλιξης και ολοκλήρωσης…
ε) Η Ποίηση ως Μεγάλο Έργο – προσωπική θεραπεία, αλχημικός μετασχηματισμός
Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή της Ολβίας Παπαηλίου, «Μόνιμο ύδωρ• ζωντανό νερό – Aqua permanens», με τον όρο για την πρώτη ύλη των αλχημιστών στον τίτλο και γνωρίζοντας, την ιδιαίτερη κλίση της στην έρευνα για τη σχέση ανάμεσα στη Δημιουργία και τη θεραπευτική διαδικασία, αλλά και την ιδιαίτερη αγάπη που έχει προς την Αλχημεία, συνειδητοποιεί κανείς ότι η επιλογή του τίτλου δεν είναι τυχαία. Η ποιητική συλλογή, είναι βήματα στο μεγάλο Έργο, είναι προσωπική θεραπεία, είναι αλχημικός μετασχηματισμός. Ένα προσωπικό στοίχημα, ένα αλχημικό εργαστήρι ποιημάτων, ένα πείραμα, όπου τα ποιήματα εκτίθενται χρονολογικά, και ακολουθούν τα στάδια του μετασχηματισμού, προς πόσιμο χρυσό, προς εξευγενισμό του δημιουργού τους.
Το υλικό, προέρχεται από ποιήματα που αναρτώνταν σταδιακά στο διαδίκτυο και όπου ο χώρος της δημοτικής ποίησης, της παγκόσμιας λογοτεχνίας, των τροβαδούρων της Οξιτανίας, των φιλμ νουάρ, αλλά και κλασσικών ταινιών όπως ο Θάνατος στη Βενετία, Ο εραστής – μυθιστόρημα της Μαργκερίτ Ντυράς, του Φιτζέραλντ, του Καζαντζάκη, Τενεσή Γουίλιαμς, Σύλβια Πλαθ, παραδοσιακής Ιαπωνικής ποίησης, δραματικών στιγμών ιστορικών προσώπων όπως η Καμίλ Κλωντέλ, Η Άννα Κ. (Καρένινα και όχι μόνο), Ηρωες και ηρωίδες της Παγκόσμιας Μυθολογίας, ήρωες και ηρωίδες της Όπερας, της Αρχαίας Τραγωδίας και του Σαίξπηρ, αλλά και objets trouves της καθημερινής τυχαιότητας, προσφέρονται σαν ένα καλειδοσκοπικό πολύπτυχο για να προβληθούν οι ψυχικές καταστάσεις του Ποιητή, τα ποιήματα μετατρέπονται σε μυθιστορίες για να αφηγηθεί αριστουργηματικά, τα πάθια και τους καημούς του κόσμου, του εαυτού.
στ) Η γλώσσα της ξενιτιάς.
Η Ολβία Παπαληλίου ζει και εργάζεται για χρόνια στο Γιόρκσάιρ της Αγγλίας. Η αυτοεξορία της, μου θυμίζει κάποιες φορές την σιωπή του Ανδρέα Κάλβου. Σιωπή, δυνατές εικόνες, περίκλειστος κόσμος, εσωστρέφεια, μικρά ιδιαίτερα ποιήματα για χρόνια. Τολμώ να πω, πως χάρη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χάρη στην επικοινωνία, στην νοερή επαναδιάταξη του χάρτη, χάρη στο μέσο αυτό που εγώ αποκαλώ ωκεανό του Σολάρις, με την έννοια ότι μπορεί και προβάλει και φέρνει κοντά μας μορφές ασωμάτων φίλων και να δημιουργήσει νέους δεσμούς και φιλίες (αλλά και πάθη και εχθρότητες, δεν αντιλέγω, και μικρότητες) βρέθηκαν αποδέκτες στα μικρά διαμαντάκια – χάρτινα καραβάκια που η Ολβία απελευθέρωνε στον κυβερνοχώρο. Βρέθηκαν αποδέκτες, νέοι δεσμοί και φιλίες, ξαναζωντάνεψαν και οι παλιές. (ανάμεσα σε αυτές και ο εκδότης της Οδού Πανός, θυμήθηκε την Ολβία με τα ιδιαίτερα κείμενα και τις μεταφράσεις της στο περιοδικό, την εποχή της πρώτης της σχέσης με την ποίηση)
Βρέθηκε ξανά και η γλώσσα μια και τόσα χρονια ζούσε εκτός ελληνικών. Μια ιδιαίτερη γλώσσα, λογοτεχνική, πολύ πλούσια, με ίχνη αργκό και αγγλικών, παλαιική όμως, αλλά εύπλαστη. Αν δεν ήταν τόσο ευέλικτη – εξελίσσεται διαρκώς – θα μου θύμιζε περιπτώσεις όπως την γλώσσα θύλακα – τα παλαιά Καλυμνιακά – που μιλούσαν μέχρι πρόσφατα οι μετανάστες από την Κάλυμνο στο Τάρπον Σπρινγκς στην Φλόριντα, αυτοί που πήγαν εκεί από τα τέλη του 19ου αιώνα.
«Πάντα η καρδιά - σαν ξενιτιά – χτυπάει δυο χτύπους: έναν στο
στέρνο, στο κλουβί της ύπαρξης – κι έναν στην άλλη τη ζωή –
εκείνη που θα ζούσε τη ζωή τη μέλλουσα»
ζ) Οι σημειώσεις – ένας χάρτης.
Η συλλογή συμπληρώνεται από ένα πολυσέλιδο παράρτημα σημειώσεων, ένα ταξίδι στην άλλη πραγματικότητα, την εκτός. Πρόσωπα της ιστορίας, του μύθου, της όπερας, στιγμές άγνωστες ή γνωστές του βίου τους, δράματα ανεξιλέωτα, εκπλήσσουν με τον πλούτο των συνειρμών που προκαλούν και επανατροφοδοτούν την ανάγνωση.Πιστεύω ότι η Ολβία Παπαηλίου – είχα την χαρά να σκηνοθετήσω τον θεατρικό της μονόλογο για ηθοποιό και τροβαδούρο «η Χάριετ πήγαινε όταν τη φώναζαν» φέτος στο Καμπαρέ Βολταίρ - ήρθε πάλι στην ποίηση, αυτή τη φορά για να μείνει.
Από τα 180 περίπου ποιήματα της συλλογής, διαλέγω την Ινδοκίνα, εμπνευσμένο από τον Εραστή της αγαπημένης της Μαργκερίτ Ντυράς, σπαρακτικό δείγμα ποίησης λαμπερής, ατόφιου αλχημικού χρυσού, πόσιμου για κοινωνία ψυχών
Mon Indochine
“Ελάτε, παρακαλώ, στην Ινδοκίνα μου -θα καταβάλω το αντίτιμο του ναύλου, για τον
απλούστατο το λόγο πως σας έχω τόση ανάγκη.
Πρέπει εξάπαντος να έλθετε: και θα σας ξεναγήσω
στο μπαλκόνι της μητέρας μου, ανάμεσα στις γλάστρες
τις σπασμένες - ήτανε τόσο υπερήφανη, κάποτε πριν
τη δυστυχία για τις γαρδένιες της (θέλουνε σίδερο,
τους αρέσει η σκουριά η προϊστορική, τώρα έχουνε πάψει
να ανθίζουν, μα κάνατε πως δεν το είδατε) - μου ζήταγε
νερό, κι εγώ την άφηνα να πάω να συναντήσω τον Κινέζο
εραστή. Τη λάτρευα, όσο επακριβώς την εμισούσα. Όμως,
ελάτε: θα σας πάω στο σχολείο απ’ όπου έφευγα, στα κέντρα
διασκεδάσεως των λευκών, στον κήπο -καταπράσινο- του πρώτου
χαστουκιού, κι εκεί που κάποιος μου εχάρισε μια θαλασσογραφία -
την έχω ακόμα, μα ποιος ξέρει πού σε αυτοσχέδια παλκοσένικα,
περιπλανώμενα μπουλούκια ανεβάζαν έργα του Ρακίνα
ο έρωτας, έλεγε, είναι μια αρρώστια. Η Ινδοκίνα δεν υπάρχει
πλέον.
Αλλά εσείς, ελάτε σα να μην το ξέρατε... κι εγώ θα σας τη
δείξω...”
Πόλυ Χατζημανωλάκη, Ιούλιος 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου