Ο Βοκκάκιος έγραψε το διήγημά του Δεκαήμερον στην ιταλική γλώσσα και σε πεζό λόγο. Οι ιστορίες του διηγήματος εκτυλλίσονται σε αστικό περιβάλλον και εκφράζουν τις νέες ανάγκες της αριστοκρατίας των πόλεων.[1] Κεντρικοί ήρωες είναι μια παρέα μορφωμένων αστών η οποία αποτελείται από δέκα πρόσωπα, επτά γυναίκες και τρεις άνδρες, που αφηγούνται ιστορίες το ένα στο άλλο. Ο Βοκκάκιος καινοτομεί και εντάσσει τα αφηγήματά του σε ενιαίο πλαίσιο, όπως συμβαίνει στο μυθιστόρημα.[2] Κοινός άξονας και βασικό θέμα του Δεκαημέρου είναι το θέμα της επιτυχίας ή αποτυχίας των ανθρώπινων επιδιώξεων ενώ και ο έρωτας διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο.[3] Σύμφωνα με τις ουμανιστικές αντιλήψεις η δυνατότητα του ανθρώπου να επιτύχει τους στόχους του εξαρτάται από την ικανότητά του στο χειρισμό του λόγου.[4] Οι ρεαλιστικές τάσεις και η ισορροπία ανάμεσα στην εξιδανίκευση και τον ρεαλισμό φαίνεται στηνπαρουσίαση του έρωτα που είναι το δευτερεύον θέμα του Δεκαημέρου. [...]
Ο Βοκκάκιος στο διήγημά του Δεκαήμερον εκφράζει τις ουμανιστικές αντιλήψεις επίκεντρο των οποίων είναι η αξία του ανθρώπου, του οποίου η επιτυχία εξαρτάται από την ικανότητά του να χειρίζεται την τέχνη του λόγου.Βοκκάκιος δείτε εδώ:
Γενικά στοιχεία: Ουμανιστικά στοιχεία σε αντιδιαστολή με τη Μεσαιωνική παράδοση
Ο όρος ουμανισμός αναφέρεται στη στροφή του ενδιαφέροντος των λογίων στην κλασική γραμματεία. Η ουμανιστική θεώρηση του κόσμου ήταν «ανθρωποκεντρική» και η καθημερινή ζωή απέκτησε μεγάλη αξία. Μέσα στα πλαίσια του ουμανισμού ο άνθρωπος θεωρείτο ικανός να επιτύχει και μπορούσε να το κατορθώσει μέσα από την ουμανιστική παιδεία και ιδιαίτερα την τέχνη του λόγου.
Ο ουμανιστής λόγιος έγραφε τόσο στα λατινικά όσο και στην εθνική του γλώσσα και σε πεζό λόγο. Η γλώσσα καλλιεργήθηκε με βάση την κλασική γραμματεία και δημιουργήθηκαν καινούρια είδη, το διήγημα και το μυθιστόρημα , τα οποία εξέφραζαν νέες αξίες και συνέδεαν το παρόν με το παρελθόν και το μέλλον. Τα λογοτεχνήματα χρησιμοποιούνταν για ωφέλεια και τέρψη.
Ο λόγιος διεκδικούσε δόξα για τον εαυτό του και την λογοτεχνία αλλά δεχόταν να αμφισβητήσει το κύρος του και το επιτύγχανε μέσα από την ειρωνεία καταστάσεων και την άσκηση της ειρωνείας του λόγου.
[1] Άουερμπαχ Έριχ «Ο αδελφός Αλβέρτος», Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων, Ιστορία της Ευρωπαικής Λογοτεχνίας, φιλ. επιμ. Π. Αποστολή, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2008, σελ. 60.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου